ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΓΟΡΤΥΝΙΑΣ
Η αρχαία Γόρτυς
Ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας Γόρτυνος βρίσκεται στην δεξιά όχθη του ποταμού Λούσιου, σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία, στην έξοδο του φαραγγιού του. Είναι οδικά προσιτός από τα χωριά Ελληνικό (6χλμ.) και Ατσίχολος (4χλμ.), όπως και από την μονή Τιμίου Προδρόμου.
Η Γόρτυνα ήταν σημαντική αρκαδική πόλη κατά την αρχαιότητα. Σύμφωνα με τη μυθολογία την έκτισε ο Γόρτυς, δισέγγονος του βασιλιά Αρκάδα. Από τον ιδρυτή της πήραν τo όνoμά τoυς η πόλη και o Λoύσιoς πoταμός, ο οποίος από την αρχαία Γόρτυνα μέχρι τη συμβολή του στoν Αλφειό ποταμό oνoμάζεται Γoρτύνιoς πoταμός. Η πόλη είχε ιερό του Ασκληπιού και μεγάλα ιαματικά λουτρά, δύο ισχυρές οχυρωματικές περιβόλους, και πολλά άλλα ιερά και δημόσια κτίρια. Από την πόλη περνούσε ο αρχαίος δρόμος Ολυμπίας-Μεγαλοπόλεως-Μυκηνών-Iσθμoύ-Αθηνών.
Η ίδρυσή της θα πρέπει να αναζητηθεί σε ένα μεγάλo χρoνικό φάσμα εκτεινόμενο από την Μυκηναϊκή Εποχή μέχρι και τoυς Γεωμετρικoύς Χρόνoυς. Σύμφωνα με αρκετούς ερευνητές πάντως, η Γόρτυς ιδρύθηκε στo δεύτερo μισό της 2ης χιλιετίας π.Χ. Αυτό μάλιστα προκύπτει από το συσχετισμό της με την αρχαία Γόρτυνα της Κρήτης, η οποία φέρεται ότι ιδρύθηκε από κατοίκους της πρώτης, σύμφωνα με την μαρτυρία του Πλάτωνα. Η ακμή της τοποθετείται από την Αρχαϊκή Περίoδo μέχρι και την Ελληνιστική Επoχή, με την κορύφωση της ακμής της να εντοπίζεται στον 4ο π.Χ. αι. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά ευρήματα, η πόλη καταστράφηκε τον 2ο μ.Χ. αι. Σήμερα σώζονται τα ερείπια του ναού του Ασκληπιού, των εγκαταστάσεων των λουτρών, μιας στοάς και τμήματα πύργων.
Δίπλα από τον αρχαιολογικό χώρο περνά ο δρόμος Ελληνικού-Ατσιχόλου. Στη θέση του ποταμού υπάρχει το παλιό μονότοξο πέτρινο γεφύρι του Πολυγένη και πολύ κοντά η βυζαντινή εκκλησία του Αγ. Ανδρέα Γόρτυνος και ο παλιός νερόμυλος του Κόκορη. Σε μικρή απόσταση στο δρόμο για τον Ατσίχoλο, αρχίζουν τα αναπλασμένα μονοπάτια του φαραγγιού του Λούσιου που αποτελούν ιδεώδεις πεζοπορικές διαδρομές. Στο σημείο αυτό υπάρχει σχετική σήμανση με πινακίδες. Η Αρχαία Γόρτυνα αποτελεί την πλέον συνήθη κατάληξη, ή αφετηρία, των περισσότερων πεζοπορικών διαδρομών στον Λούσιο.
Η μονή του Τιμίου Προδρόμου
Πάνω από την αριστερή όχθη του Λούσιου, στη βάση ενός ψηλού και άγριου βράχου και σχεδόν απέναντι από τη Μονή Φιλοσόφου, δεσπόζει το ιστορικό μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου. Χτισμένο το 16ο αιώνα, είναι μία από τις ιστορικότερες μονές της Πελοποννήσου και είναι μέχρι σήμερα ένα ζωντανό ανδρικό μοναστήρι, που η πνευματική του λάμψη αντανακλά σε όλην την Πελοποννήσο.
Κατά την παράδοση, η ιδρυσή της ανάγεται στα μέσα του 12ου αιώνα (1167). Το καθολικό της είναι κτισμένο στην κοιλότητα του βράχου, έχει σχήμα θολωτής βασιλικής και εξωτερικά φέρει σημαντικές μεταβυζαντινές αγιογραφίες. Παλαιότερα πρέπει στο σημείο αυτό να υπήρχε ασκητήριο. Οι τοιχογραφίες του ανάγονται στον 16ο αι. και θεωρούνται ότι ανήκουν στο Θεοφάνη τον Κρητικό και τον Μόσχο. Η Μονή διαθέτει, επίσης, αξιόλογη βιβλιοθήκη και ιστορικό αρχείο.
Λίγο πιο έξω από την Μονή σε ένα μικρό ύψωμα είναι κτισμένο το εκκλησάκι του Αγ. Αθανασίου του Νέου, Επισκόπου Χριστιανουπόλεως, προστάτη της μονής και πνευματικό καύχημα της Γορτυνίας. Η θέση του προσφέρει πανοραμική θέα στο φαράγγι και την αρχαία Γόρτυνα. Επίσης στην περιοχή του μοναστηριού υπάρχει η μονόκλιτη βασιλική του Αγίου Ανδρέου και τα ασκηταριά του Ταξίαρχου Μιχαήλ, του Αγίου Γεωργίου, της Μεταμορφώσεως και του Αγίου Ελευθερίου.
Η συμμετοχή του μοναστηριού στην επανάσταση του 1821 ήταν σημαντικότατη. Χρησίμευσε σαν καταφύγιο και ορμητήριο του Θ.Κολοκοτρώνη, του Πλαπούτα και άλλων οπλαρχηγών και σαν νοσοκομείο για τους τραυματίες. Συγχρόνως ήταν κέντρο ανεφοδιασμού των πολιορκητών της Τριπολιτσάς. Μάλιστα πολλοί μοναχοί της συμμετείχαν ενεργά στις μάχες.
Από τη μονή κατεβαίνει στον Λούσιο μονοπάτι που διασχίζει το φαράγγι. Η πιο κοντινή διαδρομή φτάνει στην μονή του Φιλοσόφου μέσα από μια διαδρομή σκεπασμένη με πυκνή βλάστηση. Κατεβαίνοντας στον ποταμό και σε ειδυλλιακή τοποθεσία, μικρό γεφύρι περνά στην απέναντι όχθη σε σημείο όπου η κοίτη στενεύει και τα νερά κυλούν ορμητικά σχηματίζοντας χοάνες. Μια άλλη κάπως μεγαλύτερη διαδρομή οδηγεί μέσα από συντηρημένα μονοπάτια στην αρχαία Γόρτυνα.
Η μονή του Φιλοσόφου
Το ιστορικό αυτό μοναστήρι βρίσκεται στην δεξιά πλευρά της χαράδρας του Λούσιου, νότια της Δημητσάνας. Αποτελείται από δύο μοναστηριακά συγκροτήματα , από την παλαιά και από την νέα μονή, οι οποίες βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους. Η παλαιά Μονή Φιλοσόφου είναι η πιο ιστορική και παλαιά μονή της Αρκαδίας και από τα παλαιότερα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 963 από τον Ιωάννη Λαμπαρδόπουλο, τον επονομαζόμενο "φιλόσοφο", γραμματέα του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά. Βρίσκεται μέσα στην άγρια και μεγαλοπρεπή χαράδρα, 200μ. πάνω από την κοίτη του Λούσιου, στο κοίλωμα ενός ψηλού και απότομου βράχου. Στη θέση αυτή σώζεται σήμερα το βυζαντινό καθολικό της. Ο ναός εκοσμείτο από τοιχογραφίες εξαιρετικής τέχνης, από τις οποίες σήμερα σώζονται μόνον σπαράγματα. Η μονή, που είναι γνωστή και σαν Κρυφό Σχολειό, άκμασε μέχρι τον 17ο αι. οπότε και κτίσθηκε η νέα μονή, χωρίς όμως να εγκαταλειφθεί.
Η νέα Μονή Φιλοσόφου ιδρύθηκε τον 17ο αιώνα σε κοντινή απόσταση από την παλαιά μονή και σε ομαλώτερη θέση. Το καθολικό της κτίστηκε το 1661 με πρωτοβουλία των πατέρων της παλαιάς μονής από Βορειοηπειρώτες μαστόρους. Είναι μικρό και τετράγωνο κομψό οικοδόμημα με οκτάπλευρο τρούλο και τέσσερα μονόλοβα παράθυρα. Το εσωτερικό της είναι ζωγραφισμένο με τοιχογραφίες, οι οποίες αποτελούν ένα αξιόλογο ζωγραφικό σύνολο της μεταβυζαντινής τέχνης. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο με εξαιρετική διακόσμηση και φέρει εικόνες κρητικής τεχνοτροπίας που αποδίδονται στο ζωγράφο Βίκτωρα (1663).
Από τα μέσα του 17ου αι. λειτουργούσε στη Νέα Μονή η Σχολή της Δημητσάνας, μια από τις πλέον σημαντικές ιερατικές σχολές στην Τουρκοκρατία. Ανέδειξε πλήθος δασκάλων, ιερέων και ανωτέρων κληρικών. Προσέφερε τέσσερις πατριάρχες Ιεροσολύμων, δύο Οικουμενικούς Πατριάρχες και πολλούς ανώτατους εκκλησιαστικούς άνδρες, μεταξύ των οποίων ο εθνομάρτυρας Γρηγόριος ο Ε΄ και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός.
Σήμερα η νέα μονή, σε μεγάλο βαθμό ανακαινισμένη, λειτουργεί μαζί με την παλαιά μονή σαν μετόχι της μονής Τιμίου Προδρόμου.
Η μονή των Αιμυαλών
Μόλις 3χλμ. από την Δημητσάνα, κτισμένη στη ρίζα μεγάλου βράχου, σχεδόν μετέωρη, σε κοιλότητα της χαράδρας του χειμάρρου Ισβορα, βρίσκεται η μονή Αιμυαλών, που είναι αφιερωμένη στο Γεννέσιο της Θεοτόκου. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, η μονή κίστηκε το 1600, ίσως πάνω στα ερείπια άλλης προγενεστέρας μονής από τη Βυζαντινή περίοδο. Οι αγιογραφίες του καθολικού της έγιναν το 1608, από τους σημαντικούς αγιογράφους αδελφούς Δημήτριο και Γεώργιον Μόσχο από το Ναύπλιο. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ήταν σημαντικό πνευματικό κέντρο της περιοχής, ιδίως της Δημητσάνας και του Ζυγοβιστίου. Σήμερα η μονή υπάγεται στη μονή Τιμίου Προδρόμου Στεμνίτσας.
Λίγο πρίν το μοναστήρι και στα δεξιά του δρόμου που οδηγεί σε αυτό βρίσκεται ο Ληνός των Κολοκοτρωναίων. Σε αυτόν βρήκε τον θάνατο, μετά από πολιορκία πολυάριθμων Τούρκων, ο αδερφός του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, Γιωργάκης.
Βιομηχανηχανικά μνημεία
Από το 16ο αιώνα άρχισαν να εμφανίζονται κατά μήκος του Λούσιου ποταμού οι πρώτες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις που εκμεταλεύονταν την δύναμη του νερού. Ηταν ακριβώς η εποχή που ξεκίνησε η οικιστική ανάπτυξη της περιοχής. Με βάση την υδροκίνηση άρχισαν να κατασκευάζονται νερόμυλοι, μπαρουτόμυλοι, νεροτριβές, βυρσοδεψεία, νεροπρίονα και μαντάνια. Περισσότερες από εκατό υδροκίνητες εγκαταστάσεις, άλλες στις όχθες του ποταμού και άλλες σκαρφαλωμένες στις πλαγιές του φαραγγιού, στην Δημητσάνα, στην Ζάτουνα, στο Ζυγοβίστι, στην Στεμνίτσα και αλλού, συνέτειναν στην οικονομική άνθηση της περιοχής.
Από αυτές αξίζει κανείς να επισκεφτεί το συγκρότημα μύλων του Ιωσήφ, κάτω από τη γέφυρα Μπαρμπίνη στο δρόμο Δημητσάνας-Ζάτουνας, τους ιστορικούς Αντωνοπουλαίικους μύλους στην περιοχή της γέφυρας Κοντού κάτω από το Παλαιοχώρι, το συγκρότημα των εγκαταστάσεων του κεφαλαριού του Αϊ-Γιάννη, τους μύλους στην περιοχή Αγίου Δημητρίου (Σαβαλά) στο δρόμο Δημητσάνας-Στεμνίτσας, τις εγκαταστάσεις στη γέφυρα του Ατσίχολου, τα τρία κτίσματα των εγκαταστάσεων των Μονών Φιλοσόφου και Προδρόμου και τις εγκαταστάσεις κάτω από τη Μονή Καλαμίου.