ΟΙΚΙΣΜΟΙ & ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ ΤΟΥ ΜΑΙΝΑΛΟΥ
Βυτίνα
Χτισμένη σε υψόμετρο 1033μ., σε μια κοιλάδα στους πρόποδες του ελατοσκέπαστου Μαινάλου (180χλμ. από την Αθήνα), η Βυτίνα είναι από τους πιο γνωστούς ορεινούς προορισμούς της Ελλάδας. Είναι φημισμένη για το υγιεινό κλίμα της (ως το 1940 αποτελούσε τόπο αποθεραπείας πασχόντων από νοσήματα θώρακος, με δύο σανατόρια). Η κωμόπολη προσελκύει πολλούς επισκέπτες όλες τις εποχές. Για την εξυπηρέτησή τους υπάρχει πολύ καλή τουριστική υποδομή.
Είχε σημαντική συμβολή στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 σαν κέντρο τροφοδοσίας και περίθαλψης των επαναστατικών δυνάμεων. Για την ενεργή συμμετοχή της στην επανάσταση, τα στρατεύματα του Ιμπραήμ πυρπόλησαν την Κάτω Βυτίνα επτά φορές το 1825 και το 1826. Οι κάτοικοι που διασώθησαν έχτισαν αργότερα τη σημερινή Βυτίνα.
Άφθονες είναι οι εξορμήσεις που μπορεί να κάνει κανείς με αφετηρία τη Βυτίνα. Κοντά στη Βυτίνα βρίσκονται τα ιστορικά μοναστήρια της Κερνίτσας και των Αγ. Θεοδώρων. Επίσης, 3χιλ. από την Βυτίνα βρίσκεται η πηγή του Παυσανία, την οποία αναφέρει ο Παυσανίας στα Αρκαδικά. Μια άλλη όμορφη διαδρομή οδηγεί δια μέσου μονοπατιού που αρχίζει κοντά στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων (1831), στον Μυλάοντα ποταμό και το υπέροχο πέτρινο γεφύρι Ζαρζί, και από εκεί ανηφορίζοντας στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου. Αλλά και οι διαδρομές προς την Ασπρη Πλάκα (τοποθεσία του Μαινάλου με κατακόρυφο βράχο), Κοκκινόβρυση (μέσα στη καρδιά του ελατόδασους) και την Ελάτη (μέσα από το ελατόδασος) θα αποζημιώσουν τον επισκέπτη για τον κόπο του.
Δημητσάνα
Η Δημητσάνα είναι η αρχόντισσα της Γορτυνίας, ένα από τα πιο όμορφα κι αρχοντικά χωριά της Ελλάδας. Η μοναδική θέση της, η πανάρχαια ιστορία της και η καταπληκτική παραδοσιακή αρχιτεκτονική της, την καθιστούν σημείο αναφοράς του ορεινού ελλαδικού πολιτιστικού χώρου. Στέκεται σχεδόν μετέωρη πάνω στους απόκρημνους βράχους του φαραγγιού του Λούσιου. Μια κυψέλη από ψηλά πετρόχτιστα σπίτια, αρχοντικά κι εκκλησίες στα 1000μ. Η δαιδαλώδης ρυμοτομία της καλεί τον επισκέπτη να σε μια μοναδική χρονική μεταφορά στο παρελθόν.
Χτισμένη στα θεμέλια της αρχαίας Τεύθιος, ήταν μια μεσαιωνική καστρόκωμη που από τον 17ο αι. γνωρίζει μεγάλη οικονομική και πνευματική ανάπτυξη και φτάνει να γίνει λίκνο, κέντρο και τροφοδότης σε έμψυχο και άψυχο υλικό του επαναστατικού αγώνα του '21. Γενέτειρα του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' και του Παλαιών Πατρών Γερμανού, των οποίων οι ανδριάντες την κοσμούν σήμερα, καθώς και πολλών αγωνιστών του '21.
Το σπίτι του Γρηγορίου Ε' έχει ανακαινισθεί και στεγάζει σήμερα Εκκλησιαστικό Μουσείο. Στη θέση της περίφημης Σχολής Δημητσάνης, σε κτίριο του 19ου αιώνα, στεγάζεται η Βιβλιοθήκη της Δημητσάνας, που περιέχει σπάνιες εκδόσεις (15.000 τόμους), κώδικες και πλούσιο ιστορικό αρχείο και φιλοξενεί Λαογραφική και Αρχαιολογική Συλλογή.
Κινητήρια δύναμη της τοπικής οικονομίας υπήρξε η υδροκίνηση με πηγή τα άφθονα νερά της περιοχής. Οι κάτοικοί της, εκμεταλλευόμενοι τη δύναμη των νερών που έρρεαν από τις αναρίθμητες πηγές γύρω από το φαράγγι του Λούσιου, κατασκεύασαν διάφορες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις όπως αλευρόμυλους, νεροτριβές, βυρσοδεψεία και μπαρουτόμυλους. Μέρος των εγκαταστάσεων αυτών έχουν αναπαλαιωθεί και φιλοξενούν τό μοναδικό στην Ελλάδα Μουσείο Υδροκίνησης.
Η Δημητσάνα είναι διάσπαρτη από μεταβυζαντινές εκκλησίες. Επτά εκκλησίες του 17ου, 18ου και 19ου αιώνα υπάρχουν στην κωμόπολη, προσδίδοντας της μια ιδιαίτερη γοητεία. Διάσπαρτα, επίσης, στην κωμόπολη είναι τα παλιά πέτρινα αρχοντικά και οι πύργοι. Ξεχωρίζουν ο Πύργος του Ξενιού, πενταώροφο πετρόχτιστο οικοδόμημα που σήμερα στεγάζει ξενώνα, όπως και το αρχοντικό του Καζάκου που στεγάζει τον κοινοτικό ξενώνα.
Στεμνίτσα
Σε απόσταση 7χλμ. από την Δημητσάνα βρίσκεται η Στεμνίτσα, η αρχαία αρκαδική Υψούς, ένα από τα ομορφότερα ορεινά χωριά της πατρίδας μας. Χτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες της Κλινίτσας, σε υψόμετρο 1100μ., γοητεύει με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική της, τα αρχοντικά της, τις ωραίες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες, τα γραφικά καλντερίμια της που χάνονται μέσα στις καρυδιές και τις κερασιές, τα πέτρινα κεφαλόβρυσα κάτω από τη σκιά αιωνόβιων πλατάνων και με τη μεγαλειώδη θέα των απόκρημνων κορυφών που την περιβάλλουν. Η φυσική θέση του χωριού ανάμεσα στο ελατόδασος του Μαινάλου και του φαραγγιού του Λούσιου, η γραφικότητά του και η γειτνίασή του με τα αξιοθέατα της ευρύτερης περιοχής, το καθιστούν ιδεώδη τόπο για χειμερινές διακοπές και παραθεριστικό κέντρο.
Η ιστορία της Στεμνίτσας αρχίζει στα βάθη των αιώνων με το όνομα Υψούς, που διατηρεί ως τα μέσα του 7ου μ.Χ. αιώνα. Στα χρόια της Τουρκοκρατίας το φαράγγι του Λούσιου, με τα ασκηταριά, τις μονές και τις σπηλιές του είναι το μόνιμο καταφύγιο για τους κατοίκους των χωριών της περιοχής, αλλά και από όλη την Πελοπόννησο. Η Στεμνίτσα διεκδικεί τον τίτλο της πρώτης πρωτεύουσας της επαναστατημένης Ελλάδας και της έδρας του πρώτου κοινοβουλίου της. Κατά τη συνέλευση των Καλτεζών εκλέγεται έδρα της Πρώτης Πελοποννησιακής Γερουσίας. Η Στεμνίτσα υπήρξε επίσης αγαπημένο καταφύγιο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και γενέτειρα του Ιωάννη (Γενναίου) Κολοκοτρώνη.
Το χωριό υπήρξε σημαντικό κέντρο χρυσοχοΐας και αργυροτεχνίας. Χρυσικοί, ασημικοί, μπρουτζάδες, καμπανάδες, κουδουνάδες, καταρτζήδες, χαλκωματάδες, ντουφεξήδες, σιδεράδες, γανωματήδες και άλλοι εξειδικευμένοι τεχνίτες επεξεργάζονται το χαλκό, το μπρούτζο, το χρυσό και το ασήμι. Η τέχνη της αρχυροχρυσοχοΐας διδάσκεται ακόμα και σήμερα στην ομώνυμη Μέση Τεχνική Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας. Την παράδοση αυτή συνεχίζουν επίσης καταστήματα και εργαστήρια αργυροτεχνίας που λειτουργούν στην κωμόπολη.
Η Στεμνίτσα εντυπωσιάζει και με τις πολλές παλιές και σημαντικότατες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες της που λειτουργούν μέχρι σήμερα. Ξεχωρίζουν η Ζωοδόχος Πηγή (15ος αι.), οι Τρεις Ιεράρχες (17ος αι.), ο Αγ. Νικόλαος (14ος αι.) και η Παναγία η Μπαφέρω (12ος αι.).
Από τη Στεμνίτσα μπορεί κανείς να επισκεφτεί το φαράγγι του Λούσιου και το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, αλλά και τις Πηγές των Αθανάτων, όπου σύμφωνα με τον Παυσανία λούστηκε μικρός ο Δίας.
Καρύταινα
Η Καρύταινα είναι χτισμένη στην κορυφή λόφου, γύρω από το φημισμένο μεσαιωνικό της κάστρο. Εχει χαρατηρισθεί το Τολέδο της Ελλάδας λόγω του ιδιαίτερου μεσαιωνικού χαρακτήρα των αρχιτεκτονικών στοιχείων (κάστρο, σπίτια, εκκλησίες) του οικισμού. Απέχει 57χλμ. από την Τρίπολη και 28χλμ. από την Δημητσάνα.
Τον 13ο αι. υπήρξε πρωτεύουσα φραγκικής βαρωνίας. Την περίοδο αυτή κατασκευάσθηκε το κάστρο της, για την κατασκευή του οποίου χρησιμοποιήθηκαν τα ερείπια της αρχαίας Βρένθης που ήταν χτισμένη στην ίδια τοποθεσία. Στην Τουρκοκρατία παρέμεινε σημαντικό εμπορικό κέντρο.
Η Καρύταινα είναι ανακηρυγμένος παραδοσιακός οικισμός και διατηρεί έντονο το χρώμα της μεσαιωνικής καστροπολιτείας. Στον πανέμορφο αυτόν οικισμό το αξιοθέατο, βέβαια, που ξεχωρίζει είναι το εντυπωσιακό κάστρο της. Στον Αλφειό ποταμό, που ρέει δίπλα στον οικισμό, στέκονται δύο παραδοσιακά γεφύρια: το γεφύρι του Κούκου και το γεφύρι της Καρύταινας. Το πρώτο είναι ένα μονότοξο γεφύρι του 1880, που διασώζεται σε καλή κατάσταση. Το δεύτερο, που είναι πολύ φημισμένο και ταυτισμένο με την εικόνα της Καρύταιανας, είναι πεντάτοξο και έχει μήκος πάνω από 50μ. Στη δυτική πλευρά της γέφυρας βρίσκεται προσκολλημένο το παρεκκλήσι της Παναγίας. Η αρχική γέφυρα είναι μεσαιωνική (μαρτυρείται ανακαίνισή της τον 15ο αι.) με την σημερινή τροποποίηση να ανάγεται στις αρχές του 19ου αι.
Λαγκάδια
Σε υψόμετρο 900μ. (15χλμ. από την Βυτίνα), στις κατάφυτες πλαγιές του ορεινού όγκου του Μαινάλου, πάνω από μια απότομη και βαθιά ρεματιά, κατάφυτη από καρυδιές και πλατάνια, είναι κτισμένα τα Λαγκάδια, που έχουν συνδέσει το όνομά τους με την μαστοριά των κατοίκων τους. Οι Λαγκαδινοί χτιστάδες ομορφύναν την Πελοπόννησο με τα πέτρινα κομψοτεχνήματά τους και, φυσικά, κάνανε το χωριό τους ένα μουσείο παραδοσιακής αρχιτεκτονικής.
Το χωριό έρχεται στην ιστορία κάπου μεταξύ του 13ου και 16ου αι. και λέγεται ότι πιθανότατα ιδρύθηκε από τους μαστόρους που έχτισαν το κάστρο της Ακοβας. Τα σπίτια είναι κτισμένα στην πλαγιά αμφιθεατρικά, κοιτάζοντας την ρεματιά. Η κεντρική πλατεία του χωριού στέκει ακριβώς στο χείλος της ρεματιάς και είναι κατάφυτη από πλατάνια. Από τη ρεματιά αυτή ξεκινά το απόκρημνο φαράγγι, όπου κυλά το Λαγκαδιανό ποτάμι, ο Τουθόας κατά τον Παυσανία, το οποίο διασχίζει ένα μεγάλο τμήμα της Γορτυνίας και ανάμεσα από δασωμένες πλαγιές καταλήγει στον ποταμό Λάδωνα. Το πάνω μέρος του χωριού, η Πάνω Γειτονιά, είναι μοναδικό σε γραφικότητα και έχει υπέροχη θέα. Κατά την αρχαιότητα, από την περιοχή περνούσε η περίφημη οδός Σπάρτης-Μεγαλόπολης-Μεθυδρίου-Τεύθιδος-Ηραίας-Ολυμπίας.
Η ιστορία του τόπου συνδέθηκε κατά την Τουρκοκρατία με την οικογένεια των Δεληγιανναίων, μιας από τις πλουσιότερες και ισχυρότερες οικογένειες που πρωτοστάτησε τόσο στην προετοιμασία όσο και στη διεξαγωγή του Αγώνα. Η οικογένεια αυτή αναδείκνυε επί πολλά χρόνια έναν από τους δυο μοραγιάννηδες που εδρεύαν στην Τρίπολη. Το 1833 έγιναν έδρα του δήμου Τεύθιδος και μέχρι και τις αρχές του 20ου αι. γνώρισαν οικονομική και πνευματική άνθηση. Την περίοδο αυτή τα Λαγκάδια ήταν η δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της Αρκαδίας, μετά την Τρίπολη. Όμως αργότερα, κατά την περίοδο του μεσοπολέμου άρχισε ισχυρό κύμα εσωτερικής μετανάστευσης που ερήμωσε τον τόπο.
Τα πιο σημαντικά αξιοθέατα είναι το ιστορικό σπίτι των Δεληγιάννηδων στην Πάνω Γειτονιά, με κειμήλια της οικογένειας των προεστών, και οι παλιές εκκλησίες των Αγίων Ταξιαρχών (1805), στην πλατεία των Ηρώων, και των Αγίων Αποστόλων (1854), στην Κάτω Γειτονιά. Οι εκκλησίες αυτές είναι περίφημες για τα ιδιότυπα πελεκητά καμπαναριά τους. Στο χωριό και ειδικότερα στην Πάνω Γειτονιά υπάρχουν αρκετές όμορφες πετρόχτιστες βρύσες.
Από παλιά τα Λαγκάδια φημίζονταν για τα εξαιρετικά υφαντά τους, παράδοση που συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Στα καταστήματα μπορεί κανείς να αγοράσει υφαντά καθώς και τοπικά ζυμαρικά, γλυκά και προϊόντα ξυλοτεχνίας.
Επίσης τα σημερινά Λαγκάδια είναι γνωστά και για τις καλοκαιρινές εκδηλώσεις του δημοτικού τραγουδιού (τέλη Ιουλίου), που συγκεντρώνουν πολλούς επισκέπτες. Οι εκδηλώσεις περιλαμβάνουν διαγωνισμό δημοτικού τραγουδιού, που ξεκίνησε το 1978 και σήμερα έχει γίνει πλέον θεσμός, όπως και ευκαιρία ανάδειξης νέων ταλέντων.
Λιμποβίσι & Αρκουδόρεμα
Κρυμμένο στο ελατόδασος, σε υψόμετρο 1200μ., ανάμεσα στο Χρυσοβίτσι και την Πιάνα, είναι το Λιμποβίσι, το ένδοξο χωριό των Κολοκοτρωναίων. Ο χώρος του άλλοτε κραταιού αρκαδικού χωριού καταλαμβάνει σήμερα ένα μικρό πλάτωμα, που έχει διαμορφωθεί σε σύγχρονο μικρό πάρκο. Σε τίποτα σήμερα δεν θυμίζει την ύπαρξη του χωριού, παρά μόνον λιγοστά χαλάσματα. Τα μόνα οικήματα που περιέχει είναι το ανακατασκευασμένο σπίτι των Κολοκοτρωναίων, η παλιά εκκλησία του Αϊ Γιάννη, όπου εκκλησιαζόταν ο Γέρος του Μοριά και τα παλικάρια του, ένα αναψυκτήριο όπως και ένα μικρό οίκημα των φυλάκων.
Κοντά στο Λιμποβίσι είναι το Αρκουδόρεμα, μαγευτική τοποθεσία στην καρδιά του ελατόδασους ανάμεσα στην Πιάνα και στο Λιμποβίσι, σε υψόμετρο 1200μ. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας υπήρχε εκεί ένα κεφαλοχώρι, κρυμμένο μέσα στο δάσος, με το ίδιο όνομα. Τόπος ελεύθερος και αδούλωτος, χρησίμευσε σαν κρησφύγετο, καταφύγιο, ορμητήριο και σημείο ανεφοδιασμού και περίθαλψης των κλεφταρματολών. Από αυτό μάλιστα ξεκίνησαν και ο πρόγονος (Τσεργίνης) του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για να εγκατασταθεί αργότερα στο Λιμποβίσι. Το Αρκουδόρεμα και το Λιμποβίσι, γνωστά και σαν Κολοκοτρωναίϊκα χωριά, συμπορεύονται στη ζωή, στην ιστορία, στο θρύλο, μέσα από μια κοινή μοίρα. Το χωριό μετά την απελευθέρωση εγκαταλείφθηκε και ερημώθηκε. Σήμερα το μόνο κτίσμα που σώζεται στην περιοχή είναι το παλιό εκκλησάκι της Κοίμησης της Θεοτόκου, στα δεξιά του δρόμου που συνδέει το Χρυσοβίτσι με το Λιμποβίσι, στο χείλος της ρεματιάς. Η εκκλησία είναι χτισμένη το 1719. Είναι μονόχωρη και κεραμοσκέπαστη και είναι διακοσμημένη με εξαιρετικές παλαιές τοιχογραφίες του Ιερέα Γιώργου Κουλιδά και του γιού του Παναγιώτη το 1751. Πιο πάνω, στο δρόμο, υπάρχει όμορφη πετρόχτιστη βρύση. Στην αρχαιότητα, στην περιοχή αυτή του Μαινάλου βρισκόταν η αρχαία πόλη Καλλίσται, όπου υπήρχε ο τάφος της Καλλιστούς, θυγατέρας του Λυκάονα, που γέννησε τον Αρκάδα.